Παλαίμαχος στα ουκρανικά

Μετάφραση: παλαίμαχος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вика, ветеран, Довгожитель, ветерана
Παλαίμαχος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλαίμαχος

παλαίμαχος αεκ ναρκωτικά, παλαίμαχοσ γκόμενα, παλαίμαχος της αεκ για ναρκωτικά, παλαίμαχοσ ποδοσφαιριστήσ τησ αεκ κατηγορούμενοσ για εμπόριο ναρκωτικών, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής της αεκ συνελήφθη για εμπόριο ναρκωτικών, παλαίμαχος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παλαίμαχος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πακέτο στα ουκρανικά - в'язка, переповнити, зв'язування, купа, короб, куш, законсервувати, ...
  • παλάτι στα ουκρανικά - палац, резиденція, чертог, придворні, особняк, палацу
  • παλαβός στα ουκρανικά - блазень, сміливець, смільчак
  • παλαιοντολόγος στα ουκρανικά - палеонтолог
Τυχαίες λέξεις
Παλαίμαχος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вика, ветеран, Довгожитель, ветерана