Шинель στα ελληνικά

Μετάφραση: шинель, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανωφόρι, παλτό, χλαίνη, greatcoat, πανωφοριών
Шинель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дворецький στα ελληνικά - μπάτλερ, Butler, οικονόμος, η Butler
  • закриття στα ελληνικά - κλείσιμο, κοντά, στενή, στενούς, στενής
  • камінь στα ελληνικά - κλιμάκωση, λιθοβολώ, κλίμακας, πέτρα, κλίμακα, λογισμός, πετροβολώ, ...
  • кашка στα ελληνικά - κουρκούτι, πολτός, πολτού, πολτό, χαρτοπολτού, πολτούς
Τυχαίες λέξεις
Шинель στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανωφόρι, παλτό, χλαίνη, greatcoat, πανωφοριών