Πανοπλία στα ουκρανικά
Μετάφραση: πανοπλία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
броня, озброєння, кольчуга, панцир, скафандр, броню
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πανοπλία
βυζαντινή πανοπλία, πανοπλία δογματική, πανοπλία ονειροκρίτης, πανοπλία του χριστιανού, μεσαιωνική πανοπλία, πανοπλία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πανοπλία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πανικός στα ουκρανικά - лякати, панічний, паніка
- πανομοιότυπο στα ουκρανικά - факсимільний, факсиміле, факс, копія, копію
- πανοσιολογιότατος στα ουκρανικά - повага, пошана, шаноба, panosiologiotatos
- πανουργία στα ουκρανικά - хитрість, підступний, хитрий, спритність, хитрощі
Τυχαίες λέξεις
Πανοπλία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: броня, озброєння, кольчуга, панцир, скафандр, броню
Μεταφράσεις: броня, озброєння, кольчуга, панцир, скафандр, броню