Озброєння στα ελληνικά

Μετάφραση: озброєння, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξοπλισμός, πανοπλία, όπλα, εξοπλισμών, οπλισμός, οπλισμού, οπλισμό
Озброєння στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • етнічний στα ελληνικά - εθνικός, εθνοτικής, εθνοτική, εθνοτικών, εθνοτικές, εθνικής
  • затемнений στα ελληνικά - σκοτεινό, σκοτείνιασε, σκοτεινιάσει, σκούρα, σκοτεινά
  • захисти στα ελληνικά - μνησίκακος, προστατευτικός, εκδικητικός, προστασία, προστασίας, την προστασία, προστασία των, ...
  • клопотатися στα ελληνικά - αναφορά, αίτηση, αναφοράς, την αναφορά, αίτησης
Τυχαίες λέξεις
Озброєння στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξοπλισμός, πανοπλία, όπλα, εξοπλισμών, οπλισμός, οπλισμού, οπλισμό