Λέξη: υπερασπίζομαι

Σχετικές λέξεις: υπερασπίζομαι

υπερασπίζομαι την αναρχία - κατερίνα γώγου, υπερασπίζομαι συνωνυμα, ρημα υπερασπίζομαι, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου, υπερασπίζομαι τα κεκτημένα μου σημασια, υπερασπίζομαι αγγλικά, υπερασπίζομαι την αναρχία, υπερασπίζομαι συνώνυμα

Συνώνυμα: υπερασπίζομαι

προασπίζω, υπερασπίζω

Μεταφράσεις: υπερασπίζομαι

υπερασπίζομαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
defend, champion, defend from, defending, I defend

υπερασπίζομαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
defender, campeón, campeón de, campeón del, campeona, el campeón

υπερασπίζομαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verteidigen, Champion, Meister, Weltmeister

υπερασπίζομαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
défendre, maintenir, défends, plaider, soutenir, sauvegarder, défendons, défendez, appuyer, protéger, défendent, champion, championne, champion de, le champion, champion du

υπερασπίζομαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
difendere, campione, campione del, campione di, campionessa, il campione

υπερασπίζομαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
defesa, defender, proteger, defenda, resguardar, campeão, campeão do, campeã, campeão de, campeão dos

υπερασπίζομαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verdedigen, verweren, kampioen, kampioen van, champion, kampioen te

υπερασπίζομαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
защищать, защитить, оправдывать, обороняться, охранять, оборониться, защищаться, оборонить, отстаивать, оборонять, поддерживать, чемпион, чемпионом, весе, чемпиона, чемпионка

υπερασπίζομαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forsvare, mester, champion, mesteren, forkjemper

υπερασπίζομαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försvara, värna, mästare, champion, mästaren, förkämpe

υπερασπίζομαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puolustaa, puolustella, mestari, champion, mestarin, mestariksi, valio

υπερασπίζομαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forsvare, mester, champion, forkæmper, mesteren, vinder

υπερασπίζομαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obhajovat, chránit, hájit, uhájit, bránit, mistr, vítěz, šampión, šampion, šampionem

υπερασπίζομαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wspierać, podtrzymywać, obronić, bronić, mistrz, Champion, mistrzem, mistrza, mistrzyni

υπερασπίζομαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bajnok, bajnoka, bajnoki, champion, győztes

υπερασπίζομαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şampiyon, şampiyonu, Champion, şampiyonudur, şampiyonu olan

υπερασπίζομαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захищати, захистити, захищатися, відстояти, чемпіон

υπερασπίζομαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kampion, kampioni, kampion i, kampioni i, kampione e

υπερασπίζομαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шампион, шампионка, шампион по, шампион на, шампиона

υπερασπίζομαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абараняць, чэмпіён

υπερασπίζομαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaitsma, meister, champion, tšempion, meistriks, võitleja

υπερασπίζομαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
braniti, štititi, obraniti, obrane, obrana, prvak, Champion, prvakinja, šampion, prvaka

υπερασπίζομαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verja, meistari, kappi

υπερασπίζομαι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
munio

υπερασπίζομαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ginti, apginti, čempionas, čempionu, čempionė, čempionų, čempiono

υπερασπίζομαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizstāvēt, čempions, čempionu, čempione, champion

υπερασπίζομαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
шампион, шампионка, шампионот, првак, шампион во

υπερασπίζομαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
apăra, campion, campioana, campionul, campioană, campion de

υπερασπίζομαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bránit, braniti, prvak, prvakinja, champion, šampion, prvaka

υπερασπίζομαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obhajovať, majster, veliteľ
Τυχαίες λέξεις