Παράνομος στα ουκρανικά
Μετάφραση: παράνομος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нелегальний, незаконний, заборонений, незаконне, незаконному, незаконну
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράνομος
παράνομος τζόγος βόλος, παράνομος πλουτισμός, παράνομος κι αν είναι ο δεσμός μας στίχοι, παράνομος δεσμός, παράνομος ανατοκισμός, παράνομος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παράνομος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παράλογος στα ουκρανικά - нечутливий, байдужий, смішний, безтямний, безглуздий, абсурдний, абсурдність, ...
- παράνοια στα ουκρανικά - параноя, паранойя, параної
- παράξενος στα ουκρανικά - дивний, особливий, перепели, своєрідний, королеви, яку, особистий, ...
- παράπηγμα στα ουκρανικά - будка, кіоск, стенд
Τυχαίες λέξεις
Παράνομος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: нелегальний, незаконний, заборонений, незаконне, незаконному, незаконну
Μεταφράσεις: нелегальний, незаконний, заборонений, незаконне, незаконному, незаконну