Πασπατεύω στα ουκρανικά
Μετάφραση: πασπατεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вертіти, намацувати, скрипка, скрипку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πασπατεύω
πασπατεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πασπατεύω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πασπάλισμα στα ουκρανικά - бризкати, лейка, присипки, присипка
- πασπαλίζω στα ουκρανικά - злиденний, бризкати, лейка, посипати, притрусити
- παστώνω στα ουκρανικά - вилікувати, вилікування, лікування, заготовляти, копчена риба
- πασχίζω στα ουκρανικά - старатися, спроба, постарайтеся, прагнути, намагання, намагатися, намагатиметься, ...
Τυχαίες λέξεις
Πασπατεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вертіти, намацувати, скрипка, скрипку
Μεταφράσεις: вертіти, намацувати, скрипка, скрипку