Πετυχημένος στα ουκρανικά

Μετάφραση: πετυχημένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
щасливий, удалий, вдалий, удачливий, успішний, найуспішніший, успішна
Πετυχημένος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πετυχημένος

πετυχημένος γάμος, πετυχημένος άνθρωπος είναι αυτός που δεν φοβάται να διεκδικήσει, επιτυχημένος είναι αυτός που φτιάχνει πύργους με πέτρες που του πέταξαν οι άλλοι, πετυχημένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πετυχημένος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πετσοκόβω στα ουκρανικά - знижувати, рубати, смугувати, хльостати, вирубка, рубатимуть
  • πετυχαίνω στα ουκρανικά - переміняти, висунутися, успадковувати, зміняти, досягти успіху, процвітати, превстигнути, ...
  • πετώ στα ουκρανικά - розвантажувати, жбурнути, звалище, підганяти, сіпання, розсердитися, жбурляти, ...
  • πεύκο στα ουκρανικά - щипання, дурисвіт, сосна
Τυχαίες λέξεις
Πετυχημένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: щасливий, удалий, вдалий, удачливий, успішний, найуспішніший, успішна