Πληθώρα στα ουκρανικά
Μετάφραση: πληθώρα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
полоскання, достаток, масу, велика кількість, розмаїття
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληθώρα
πληθώρα στα αγγλικα, πληθώρα πληροφοριών, πληθώρα συνώνυμα, πληθώρα συνώνυμο, πληθώρα λεξικο, πληθώρα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πληθώρα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πληθυσμός στα ουκρανικά - заселення, населення
- πληθωριστικός στα ουκρανικά - інфляція, здуття, надування, роздутість, газом, інфляційний, інфляційне
- πληκτικός στα ουκρανικά - тупий, скучний, млявий, тьмяний, утомливий, тупій, тупою, ...
- πληκτρολόγιο στα ουκρανικά - ключової, командний, сміливість, підкуп, чека, риф, клавіатура, ...
Τυχαίες λέξεις
Πληθώρα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: полоскання, достаток, масу, велика кількість, розмаїття
Μεταφράσεις: полоскання, достаток, масу, велика кількість, розмаїття