Πληθώρα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πληθώρα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
motim, orgia, bacanal, enxaguar, pletora, infinidade, variedade, multiplicidade, plethora
Πληθώρα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πληθώρα

πληθώρα στα αγγλικα, πληθώρα πληροφοριών, πληθώρα συνώνυμα, πληθώρα συνώνυμο, πληθώρα λεξικο, πληθώρα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πληθώρα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πληθυσμός στα πορτογαλικά - povoar, população, populacional, da população, população de, populações
  • πληθωριστικός στα πορτογαλικά - inflatório, inflacionário, inflacionária, inflacionista, inflacionistas
  • πληκτικός στα πορτογαλικά - aborrecido, enfadonho, obtuso, duque, desinteressante, desinteressantes, não interessante, ...
  • πληκτρολόγιο στα πορτογαλικά - teclado, do teclado, de teclado, teclado de, teclado do
Τυχαίες λέξεις
Πληθώρα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: motim, orgia, bacanal, enxaguar, pletora, infinidade, variedade, multiplicidade, plethora