Προσχώρηση στα ουκρανικά
Μετάφραση: προσχώρηση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
додаток, збільшення, приріст, вступ, набуття, набрання, вступу
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσχώρηση
προσχώρηση λεξικο, προσχώρηση της εε στην εσδα, προσχώρηση εε στην εσδα, προσχώρηση πρόταση, προσχώρηση wiki, προσχώρηση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, προσχώρηση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- προσχωρώ στα ουκρανικά - приєднуватися, філіал, філія, приєднуватись, приєднатися, приєднуватиметься, приєднаються
- προσχώνω στα ουκρανικά - родовище, завдатковий, поклад, вклад, застава, aggrade
- προσωπείο στα ουκρανικά - змішаний, ключка, маска
- προσωπικά στα ουκρανικά - особисто, персонально, сам
Τυχαίες λέξεις
Προσχώρηση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: додаток, збільшення, приріст, вступ, набуття, набрання, вступу
Μεταφράσεις: додаток, збільшення, приріст, вступ, набуття, набрання, вступу