Πρωταθλητής στα ουκρανικά

Μετάφραση: πρωταθλητής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
чемпіон, захисник
Πρωταθλητής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρωταθλητής

πρωταθλητής εφημερίδα, πρωταθλητής καλλιθέας, πρωταθλητής ελλάδος στο θαλάσσιο σκι με τον ναυτικό όμιλο βουλιαγμένης, πρωταθλητής ο ολυμπιακός, πρωταθλητής εφημερίδα τηλέφωνο, πρωταθλητής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πρωταθλητής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πρωτάθλημα στα ουκρανικά - листової, листовою, листовий, чемпіонат
  • πρωταγωνιστής στα ουκρανικά - зірка, прикуп, блищати, прикупка, головний, головне, головного
  • πρωταρχικός στα ουκρανικά - спершу, жити-спочатку, первісно, здебільшого, основний, основної, основною, ...
  • πρωτεία στα ουκρανικά - першість, першістю
Τυχαίες λέξεις
Πρωταθλητής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: чемпіон, захисник