Πρόσμειξη στα ουκρανικά

Μετάφραση: πρόσμειξη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
добавка, домішку, домішка, змішування, суміш, домішки, домішок
Πρόσμειξη στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσμειξη

πρόσμειξη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πρόσμειξη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πρόσκοπος στα ουκρανικά - слуга, нехтувати, скаут, розвідник
  • πρόσληψη στα ουκρανικά - вербування, зайнятість, занятість, занятость
  • πρόσοδος στα ουκρανικά - ануїтет, аннуїтет, аннуітет, ануітет, аннуитет
  • πρόσοψη στα ουκρανικά - фасад, фронт, перед, перший, зовнішність, передній
Τυχαίες λέξεις
Πρόσμειξη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: добавка, домішку, домішка, змішування, суміш, домішки, домішок