Вичесати στα ελληνικά
Μετάφραση: вичесати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούρτσα, βουρτσίζω, πινέλο, σκούπα, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
Μεταφράσεις
- вичерпний στα ελληνικά - εξαντλητικός, εξαντλητικό, εξαντλητική, πλήρης, διεξοδικό
- вичерпувати στα ελληνικά - μειώνω, εξάτμιση, εξαντλώ, καυσαερίων, εξάτμισης, εξαγωγής, εξατμίσεως
- вичинка στα ελληνικά - μαύρισμα, μαυρίσματος, δέψη, δεψικά, δέψης
- вичісування στα ελληνικά - χτένα, χτένας, κηρήθρας, χτένι, κτένας
Τυχαίες λέξεις
Вичесати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούρτσα, βουρτσίζω, πινέλο, σκούπα, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
Μεταφράσεις: βούρτσα, βουρτσίζω, πινέλο, σκούπα, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας