Садно στα ελληνικά
Μετάφραση: садно, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούρτσα, βουρτσίζω, φθορά, τριβή, πινέλο, αμυχή, απόξεση, σκούπα, στην τριβή, εκτριβή, εκτριβής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аморальність στα ελληνικά - αθάνατος, ανηθικότητα, ανηθικότητας, την ανηθικότητα, η ανηθικότητα, της ανηθικότητας
- герцогство στα ελληνικά - δουκάτο, Δουκάτου, το δουκάτο
- заарештовувати στα ελληνικά - κρατώ, αρπάζω, καθυστερώ, συλλαμβάνω, σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, ...
- злобно στα ελληνικά - μίσος, μνησικακία, απειλητικά, σκοτεινά, σκούρα, darkly, σκούρου
Τυχαίες λέξεις
Садно στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούρτσα, βουρτσίζω, φθορά, τριβή, πινέλο, αμυχή, απόξεση, σκούπα, στην τριβή, εκτριβή, εκτριβής
Μεταφράσεις: βούρτσα, βουρτσίζω, φθορά, τριβή, πινέλο, αμυχή, απόξεση, σκούπα, στην τριβή, εκτριβή, εκτριβής