Συμμαχικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: συμμαχικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
родинний, союзний, об'єднаний, споріднений, союзного, союзну
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμμαχικός
συμμαχικός αποκλεισμός, συμμαχικός πόλεμος, συμμαχικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συμμαχικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συμμέτοχος στα ουκρανικά - учасник, учасниця, учасника
- συμμαχία στα ουκρανικά - згуртування, союз, об'єднання, альянс, альянсу
- συμμετρία στα ουκρανικά - домірність, симетрія
- συμμορία στα ουκρανικά - бригада, мол., слід, комплект, зграя, рови, набір, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμμαχικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: родинний, союзний, об'єднаний, споріднений, союзного, союзну
Μεταφράσεις: родинний, союзний, об'єднаний, споріднений, союзного, союзну