Συντομία στα ουκρανικά

Μετάφραση: συντομία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
короткість, стислість, краткость, лаконічність, стислості
Συντομία στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντομία

εν συντομία, συντομία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συντομία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συντηρητικός στα ουκρανικά - консерватор, традиційний, консервативний, консервативна, консервативніший
  • συντηρώ στα ουκρανικά - тягнути, доводити, виносити, консервація, презервативи, тягти, тягнучи, ...
  • συντομεύω στα ουκρανικά - урізувати, скорочувати, зменшувати, позбавляти, скоротіть, скорочуватиме, скорочуватимуть
  • συντονίζω στα ουκρανικά - настройте, настроювати, набудовувати, гармонічним, координувати, координуватиме, координуватимуть
Τυχαίες λέξεις
Συντομία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: короткість, стислість, краткость, лаконічність, стислості