Σύγκλιση στα ουκρανικά

Μετάφραση: σύγκλιση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
конвергенція, збіжність, відповідність
Σύγκλιση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύγκλιση

σύγκλιση σειρών, σύγκλιση ακολουθιών, σύγκλιση λεξικό, σύγκλιση ή σύγκληση, σύγκλιση ετυμολογία, σύγκλιση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύγκλιση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σόμπα στα ουκρανικά - випромінюючий, плита
  • σύγκληση στα ουκρανικά - скликання, порада, рада, пораду, раду, збори, акт
  • σύγκριση στα ουκρανικά - порівняння, порівняння всіх, для порівняння
  • σύγκρουση στα ουκρανικά - зіткнення, нащадок, протиріччя, суперечність, сутичка, конфлікт, конфлікту
Τυχαίες λέξεις
Σύγκλιση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: конвергенція, збіжність, відповідність