Σύγκλιση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σύγκλιση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
convergência, de convergência, a convergência, da convergência, convergência de
Σύγκλιση στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύγκλιση

σύγκλιση σειρών, σύγκλιση ακολουθιών, σύγκλιση λεξικό, σύγκλιση ή σύγκληση, σύγκλιση ετυμολογία, σύγκλιση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σύγκλιση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σόμπα στα πορτογαλικά - radiador, irradiar, radiar, fogão, fogão a, estufa, fogão de, ...
  • σύγκληση στα πορτογαλικά - convocação, convocatória, a convocação, de convocação, assembléia
  • σύγκριση στα πορτογαλικά - comparação, comparador, comparador de, comparação de, relação
  • σύγκρουση στα πορτογαλικά - colisão, conflito, conflitos, de conflitos, o conflito, conflito de
Τυχαίες λέξεις
Σύγκλιση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: convergência, de convergência, a convergência, da convergência, convergência de