Τραγελαφικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: τραγελαφικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
страховище, гротескний, чудовисько, каліцтво, жахливість, гротеск, ґротеск
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραγελαφικός
τραγελαφικός έννοια, τραγελαφικός συνωνυμο, τραγελαφικός ορισμος, τραγελαφικός ετυμολογία, τραγελαφικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τραγελαφικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τραβώ στα ουκρανικά - спокушати, тягнути, звернути, пхикання, рикошет, покликати, виграш, ...
- τραγανιστός στα ουκρανικά - хрускіт, хрест, хруст, рубль, карбованець
- τραγιάσκα στα ουκρανικά - шапочка, запечатувати, картуз, капюшон, шапка, кришка, кришку
- τραγικός στα ουκρανικά - катастрофічний, журний, печальний, зажурний, трагічний, трагічного, трагічна
Τυχαίες λέξεις
Τραγελαφικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: страховище, гротескний, чудовисько, каліцтво, жахливість, гротеск, ґротеск
Μεταφράσεις: страховище, гротескний, чудовисько, каліцтво, жахливість, гротеск, ґротеск