Заставу στα ελληνικά
Μετάφραση: заставу, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγγυώμαι, τριτεγγύηση, αντίκρισμα, εχέγγυο, όμηρος, εγγύηση, ενέχυρο, υπόσχεση, ενεχύρου, ενεχυρίαση, υπόσχεσή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- заставляння στα ελληνικά - zastavlyannya
- заставна στα ελληνικά - λογαριασμός, ράμφος, νομοσχέδιο, υποθήκη, Δανείου, υποθηκών, υποθήκης, ...
- застарівати στα ελληνικά - μπαγιάτικος, κρατώ περισσότερο από, κρατώ περισσότερο, outwear, κρατώ, παλτα
- застарілий στα ελληνικά - βέργα, απαρχαιωμένος, πεπαλαιωμένος, κοντάρι, ραβδί, μητέρα, ξεπερασμένη, ...
Τυχαίες λέξεις
Заставу στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγγυώμαι, τριτεγγύηση, αντίκρισμα, εχέγγυο, όμηρος, εγγύηση, ενέχυρο, υπόσχεση, ενεχύρου, ενεχυρίαση, υπόσχεσή
Μεταφράσεις: εγγυώμαι, τριτεγγύηση, αντίκρισμα, εχέγγυο, όμηρος, εγγύηση, ενέχυρο, υπόσχεση, ενεχύρου, ενεχυρίαση, υπόσχεσή