Τσιπ στα ουκρανικά

Μετάφραση: τσιπ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відломлюватися, відламуватися, колоти, чіп, чип
Τσιπ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιπ

τσιπ 666, τσιπ για σκυλια, τσιπ και ντειλ χριστουγεννα, τσιπ και ντέιλ, τσιπ στα μωρα, τσιπ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τσιπ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τσιμπολόγημα στα ουκρανικά - клювати, щипати, відкушування, Snacking
  • τσιμπώ στα ουκρανικά - шматок, стиснення, пінцет, кусати, клішні, щипці, кліщі, ...
  • τσιράκι στα ουκρανικά - слабе, слабке, співпрацівник, співробітник, міньйон, міньон, миньон
  • τσιτσιρίζω στα ουκρανικά - опікати, шипіння, обпалювати, спопеляти, сичати, чірікать, цвірінькати, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιπ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відломлюватися, відламуватися, колоти, чіп, чип