Υπερήφανα στα ουκρανικά
Μετάφραση: υπερήφανα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пихатий, гордо, гордовито, що гордо
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερήφανα
υπερήφανα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπερήφανα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υπεράριθμος στα ουκρανικά - багатослів'я, надмірність, багатослівність, позаштатний
- υπεράσπιση στα ουκρανικά - адвокатура, оборона, драматурги, пропаганда, захист, оборони
- υπερακοντίζω στα ουκρανικά - переганяти, видаватися, виділятись, перевищувати, видаватись, перевершувати, переважте, ...
- υπερασπίζομαι στα ουκρανικά - захищати, захистити, захищатися, відстояти, чемпіон
Τυχαίες λέξεις
Υπερήφανα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пихатий, гордо, гордовито, що гордо
Μεταφράσεις: пихатий, гордо, гордовито, що гордо