Απλοποίηση στα πολωνικά
Μετάφραση: απλοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
upraszczanie, uproszczenie, uproszczenia, uproszczeniem, uproszczeń
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απλοποίηση
απλοποίηση λογικών κυκλωμάτων, απλοποίηση τησ ελληνικήσ γραφήσ ζητά ο κύπριοσ ευρωβουλευτήσ μάριοσ ματσάκησ, απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων, απλοποίηση κλασμάτων ασκήσεις, απλοποίηση κλασμάτων, απλοποίηση λεξικό γλώσσας πολωνικά, απλοποίηση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- απλά στα πολωνικά - prosto, zwyczajnie, zgoła, łatwo, po prostu, prostu, tylko
- απληστία στα πολωνικά - chciwość, żądza, zachłanność, łakomstwo, chciwości
- απλοποιώ στα πολωνικά - ułatwiać, uprościć, upraszczać, aplopoio
- απλουστεύω στα πολωνικά - upraszczać, uproszczenia, uproszczenie, uprościć, upraszczają
Τυχαίες λέξεις
Απλοποίηση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: upraszczanie, uproszczenie, uproszczenia, uproszczeniem, uproszczeń
Μεταφράσεις: upraszczanie, uproszczenie, uproszczenia, uproszczeniem, uproszczeń