Απλοποίηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απλοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
simplificação, a simplificação, de simplificação, simplificar, da simplificação
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απλοποίηση
απλοποίηση λογικών κυκλωμάτων, απλοποίηση τησ ελληνικήσ γραφήσ ζητά ο κύπριοσ ευρωβουλευτήσ μάριοσ ματσάκησ, απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων, απλοποίηση κλασμάτων ασκήσεις, απλοποίηση κλασμάτων, απλοποίηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απλοποίηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απλά στα πορτογαλικά - apenas, só, somente, simplesmente, simples, basta
- απληστία στα πορτογαλικά - ganância, cobiça, avidez, a ganância, greed
- απλοποιώ στα πορτογαλικά - simplificar, simples, aplopoio
- απλουστεύω στα πορτογαλικά - simplificar, simplificar a, simplificação, simplificam, simplificar o
Τυχαίες λέξεις
Απλοποίηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: simplificação, a simplificação, de simplificação, simplificar, da simplificação
Μεταφράσεις: simplificação, a simplificação, de simplificação, simplificar, da simplificação