Ασημί στα πολωνικά

Μετάφραση: ασημί, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posrebrzać, srebro, srebrny, srebrzysty, srebra, silver, srebrne
Ασημί στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασημί

ασημί πλατφόρμες, ασημί πέδιλα, ασημί τσαντάκι, ασημί 925, ασημί χρώμα, ασημί λεξικό γλώσσας πολωνικά, ασημί στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ασελγής στα πολωνικά - jurny, niemoralny, bezwstydny, lubieżny, sprośny, lascivious, lubieżne, ...
  • ασημένιος στα πολωνικά - srebrzysty, posrebrzać, srebrny, srebro, srebra, silver, srebrne
  • ασημαντότητα στα πολωνικά - znikomość, nieistotność, insignificance, niewielkie znaczenie, błahość
  • ασθένεια στα πολωνικά - schorzenie, borykanie, nieszczęście, niedomaganie, choroba, przypadłość, ból, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασημί στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: posrebrzać, srebro, srebrny, srebrzysty, srebra, silver, srebrne