Κωμικός στα πολωνικά

Μετάφραση: κωμικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
humorystyczny, dziwny, zabawny, śmieszny, wesoły, pocieszny, komiks, komik, komediowy, komiczny, komediant, komikiem, komika, aktor
Κωμικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κωμικός

γερμανός κωμικός, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γάλλος κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, κωμικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κωλικός στα πολωνικά - rżnięcie, kolka, kolki, kolkę, colic, kolką
  • κωλυσιεργώ στα πολωνικά - utrudnić, zasłaniać, przeszkadzać, zagradzać, zatamować, powstrzymywać, hamować, ...
  • κωμωδία στα πολωνικά - komedia, komizm, komediopisarz, komedie, komedii, komedię
  • κωνικός στα πολωνικά - stożkowaty, stożkowy, stożkowe, stożkowa, stożkowej
Τυχαίες λέξεις
Κωμικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: humorystyczny, dziwny, zabawny, śmieszny, wesoły, pocieszny, komiks, komik, komediowy, komiczny, komediant, komikiem, komika, aktor