Κωμικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κωμικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
divertido, bizarro, barroco, engraçado, esquisito, funil, recreativo, cómico, comediante, o comediante, humorista, comediante de
Κωμικός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κωμικός

γερμανός κωμικός, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γάλλος κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κωμικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κωλικός στα πορτογαλικά - cólica, cólicas, colic, a cólica, as cólicas
  • κωλυσιεργώ στα πορτογαλικά - tapar, trancar, obstáculo, impedir, molestar, importunar, incomodar, ...
  • κωμωδία στα πορτογαλικά - comédia, comedy, de comédia, da comédia, comédia de
  • κωνικός στα πορτογαλικά - cônico, cónica, cónico, cônica, c�ica
Τυχαίες λέξεις
Κωμικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: divertido, bizarro, barroco, engraçado, esquisito, funil, recreativo, cómico, comediante, o comediante, humorista, comediante de