Wesoły στα ελληνικά
Μετάφραση: wesoły, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, ευτράπελος, ανάβω, εύθυμος, κωμικός, περίεργος, κεφάτος, φωτίζω, φιλικός, ξανθός, αστείος, ζεστός, φωτερός, πρόσχαρος, ξεκαρδιστικός, χαρούμενα, χαρούμενο, χαρούμενη, εύθυμο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bojkotować στα ελληνικά - μαύρος, μποϋκοτάρω, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, το μποϊκοτάζ
- błyskotliwy στα ελληνικά - λαμπερός, έξοχος, φανταστικός, σπιρτόζος, πνευματώδης, λουσάτος, λαμπρός, ...
- homologiczny στα ελληνικά - ομόλογος, ομόλογο, ομόλογες, ομόλογη, ομόλογου
- istotność στα ελληνικά - σημασία, σημασίας, σπουδαιότητα, τη σημασία, σημαντικότητα
Τυχαίες λέξεις
Wesoły στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, ευτράπελος, ανάβω, εύθυμος, κωμικός, περίεργος, κεφάτος, φωτίζω, φιλικός, ξανθός, αστείος, ζεστός, φωτερός, πρόσχαρος, ξεκαρδιστικός, χαρούμενα, χαρούμενο, χαρούμενη, εύθυμο
Μεταφράσεις: ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, ευτράπελος, ανάβω, εύθυμος, κωμικός, περίεργος, κεφάτος, φωτίζω, φιλικός, ξανθός, αστείος, ζεστός, φωτερός, πρόσχαρος, ξεκαρδιστικός, χαρούμενα, χαρούμενο, χαρούμενη, εύθυμο