Λέξη στα πολωνικά

Μετάφραση: λέξη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
twierdzenie, rozkaz, wyraz, wiadomość, słówko, wysławiać, wysłowić, słowo, słowotwórstwo, słowa, słowem, word
Λέξη στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λέξη

λέξη λόγος, λέξη κλειδί, λέξη και σκέψη, λέξη λέξη είσαι εδώ, λέξη περιοδικό, λέξη λεξικό γλώσσας πολωνικά, λέξη στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • λάχανο στα πολωνικά - kapusta, kapusty, cabbage, kapustą, kapustę
  • λέμφος στα πολωνικά - wysięk, limfa, chłonnych, limfatyczny, chłonnego, limfy
  • λέπι στα πολωνικά - podziałka, skala, szala, łuskać, gama, waga, szalej, ...
  • λέπρα στα πολωνικά - trąd, trądu, trądem, leprosy, lepra
Τυχαίες λέξεις
Λέξη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: twierdzenie, rozkaz, wyraz, wiadomość, słówko, wysławiać, wysłowić, słowo, słowotwórstwo, słowa, słowem, word