Twierdzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: twierdzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δήλωση, επιχείρηση, άξονας, ισχυρίζομαι, συντήρηση, διαβεβαίωση, ισχυρισμός, πρόβλημα, διεκδικώ, διεκδίκηση, λέξη, αντίρρηση, κατάσταση, θεώρημα, θεωρήματος, θεώρημα του, το θεώρημα, το θεώρημα του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adiutant στα ελληνικά - υπασπιστής, υπασπιστή, υπασπιστής του, ο υπασπιστής, τον υπασπιστή
- baryła στα ελληνικά - βαρέλι, βαρέλια, βυτίο, βαρελιού, βυτίου
- faszysta στα ελληνικά - φασιστής, φασίστας, φασιστική, φασιστικό, φασιστικές, φασιστικής
- granice στα ελληνικά - όρια, ορίων, τα όρια, σύνορα, συνόρων
Τυχαίες λέξεις
Twierdzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δήλωση, επιχείρηση, άξονας, ισχυρίζομαι, συντήρηση, διαβεβαίωση, ισχυρισμός, πρόβλημα, διεκδικώ, διεκδίκηση, λέξη, αντίρρηση, κατάσταση, θεώρημα, θεωρήματος, θεώρημα του, το θεώρημα, το θεώρημα του
Μεταφράσεις: δήλωση, επιχείρηση, άξονας, ισχυρίζομαι, συντήρηση, διαβεβαίωση, ισχυρισμός, πρόβλημα, διεκδικώ, διεκδίκηση, λέξη, αντίρρηση, κατάσταση, θεώρημα, θεωρήματος, θεώρημα του, το θεώρημα, το θεώρημα του