Λεονταρισμοί στα πολωνικά
Μετάφραση: λεονταρισμοί, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ryzykanctwo, zuchwałość, brawura, junacki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεονταρισμοί
λεονταρισμοί ερντογάν απειλεί να εκτελέσει τον οτσαλάν, λεονταρισμοί λεξικό γλώσσας πολωνικά, λεονταρισμοί στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λεξικό στα πολωνικά - słownik, słowniku, słownika
- λεξιλόγιο στα πολωνικά - glosariusz, słowniczek, słownictwo, słownik, słowa, słownictwa, Sownik
- λεονταρισμός στα πολωνικά - szaleć, łoskot, rozbicie, szaleństwo, awantura, hałaśliwość, rozbijać, ...
- λεοπάρδαλη στα πολωνικά - lampart, pantera, leopard, lamparta, pantery
Τυχαίες λέξεις
Λεονταρισμοί στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ryzykanctwo, zuchwałość, brawura, junacki
Μεταφράσεις: ryzykanctwo, zuchwałość, brawura, junacki