Μολονότι στα πολωνικά
Μετάφραση: μολονότι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
acz, jednak, chociaż, jakkolwiek, aczkolwiek, choć, mimo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολονότι
μολονότι η ελλάδα βγήκε υπερχρεωμένη από τους βαλκανικούς πολέμους, μολονότι λεξικό, μολονότι συνώνυμα, μολονότι σημασία, μολονότι λεξικό γλώσσας πολωνικά, μολονότι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μοκέτα στα πολωνικά - kobierzec, dywanik, dywan, wykładzina, moquette
- μολάρω στα πολωνικά - rozluźnić, zwalniać, zmniejszać, uwolnić, popuszczać, oderwać, opuścić, ...
- μολυβής στα πολωνικά - siny, silny, wściekły, livid, sine, siną
- μολυσματικός στα πολωνικά - wirusowy, infekcyjny, zakaźny, zakaźne, infekcyjne, infekcyjnego
Τυχαίες λέξεις
Μολονότι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: acz, jednak, chociaż, jakkolwiek, aczkolwiek, choć, mimo
Μεταφράσεις: acz, jednak, chociaż, jakkolwiek, aczkolwiek, choć, mimo