Μολονότι στα ολλανδικά

Μετάφραση: μολονότι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hoewel, ofschoon, wel, alhoewel, al, maar
Μολονότι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μολονότι

μολονότι η ελλάδα βγήκε υπερχρεωμένη από τους βαλκανικούς πολέμους, μολονότι λεξικό, μολονότι συνώνυμα, μολονότι σημασία, μολονότι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μολονότι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μοκέτα στα ολλανδικά - tapijten, karpet, tapijt, kleed, vloerkleed, moquette, van moquette
  • μολάρω στα ολλανδικά - kies, molaire, Molar, mol, molair
  • μολυβής στα ολλανδικά - razend, livid, woedend, doodsbleek, woest
  • μολυσματικός στα ολλανδικά - infectieuze, besmettelijk, besmettelijke, infectieus, infectieve
Τυχαίες λέξεις
Μολονότι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hoewel, ofschoon, wel, alhoewel, al, maar