Συσχέτιση στα πολωνικά
Μετάφραση: συσχέτιση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
współzależność, korelacja, korelacji, korelację, związek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσχέτιση
συσχέτιση pearson spss, συσχέτιση μεταβλητών στο spss, συσχέτιση μεταβλητών, συσχέτιση και διακύμανση, συσχέτιση στο excel, συσχέτιση λεξικό γλώσσας πολωνικά, συσχέτιση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- συστολή στα πολωνικά - kurczenie, zmuszenie, przewężenie, ściągnięcie, skurczenie, przymus, skurcz, ...
- συσφίγγω στα πολωνικά - uściskać, klamra, zaciskać, umocowanie, imadło, zaciskanie, zaciskacz, ...
- συσχετίζω στα πολωνικά - jednoczyć, skojarzyć, związany, kolega, towarzysz, kojarzyć, kombinat, ...
- συχνά στα πολωνικά - częstokroć, przeważnie, często, częściej
Τυχαίες λέξεις
Συσχέτιση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: współzależność, korelacja, korelacji, korelację, związek
Μεταφράσεις: współzależność, korelacja, korelacji, korelację, związek