Συσχέτιση στα ουκρανικά
Μετάφραση: συσχέτιση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
співвідношення, кореляція, кореляцію
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσχέτιση
συσχέτιση pearson spss, συσχέτιση μεταβλητών στο spss, συσχέτιση μεταβλητών, συσχέτιση και διακύμανση, συσχέτιση στο excel, συσχέτιση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συσχέτιση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συστολή στα ουκρανικά - ув'язнення, скорочування, примушення, набування, стягування, стиснення, вимушеність, ...
- συσφίγγω στα ουκρανικά - штабель, скобка, затискувати, затискати, купа, стискати, стискувати, ...
- συσχετίζω στα ουκρανικά - асоціювати, спілкуватися, спільний, співвідносити, порівнювати
- συχνά στα ουκρανικά - часто-густо, часто, нерідко, найчастіше
Τυχαίες λέξεις
Συσχέτιση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: співвідношення, кореляція, кореляцію
Μεταφράσεις: співвідношення, кореляція, кореляцію