Τελικά στα πολωνικά

Μετάφραση: τελικά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wreszcie, nawet, definitywnie, ostatecznie, w końcu, na koniec, nareszcie
Τελικά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τελικά

τελικά συνώνυμα, τελικά όποιος πάει κόντρα στον τράκη... αυτά παθαίνει, τελικά αποτελεσματα εκλογων, τελικά αποτελέσματα δήμου αθηναίων, τελικά βλάπτει το ηλεκτρονικό τσιγάρο, τελικά λεξικό γλώσσας πολωνικά, τελικά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τελετουργικός στα πολωνικά - obrzędowy, uroczysty, ceremonialny, rytuał, rytualny, obrządek, rytuału, ...
  • τελευταίος στα πολωνικά - ostatnio, poprzedni, wystarczać, późniejszy, starczyć, drugi, nowszy, ...
  • τελικός στα πολωνικά - końcowy, finalny, nieodwołalny, zasadniczy, ostateczny, finał, finałowy, ...
  • τελωνείο στα πολωνικά - granica, cło, obyczajowość, urząd celny, celny, celne, celna, ...
Τυχαίες λέξεις
Τελικά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wreszcie, nawet, definitywnie, ostatecznie, w końcu, na koniec, nareszcie