Άλικος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άλικος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vermelho, rubro, escarlate, scarlet, carmesim, escarlata, a escarlata
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άλικος
άλικος συνώνυμα, άλικος λεξικο, άλικος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άλικος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άλγη στα πορτογαλικά - algas, as algas, alga, de algas, das algas
- άλγος στα πορτογαλικά - dor, a dor, dores, da dor, de dor
- άλλοθι στα πορτογαλικά - álibi, alibi, desculpa, libi, o álibi
- άλλος στα πορτογαλικά - avestruz, diferente, outro, alongar, diverso, mais, outros, ...
Τυχαίες λέξεις
Άλικος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vermelho, rubro, escarlate, scarlet, carmesim, escarlata, a escarlata
Μεταφράσεις: vermelho, rubro, escarlate, scarlet, carmesim, escarlata, a escarlata