Άχρηστος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άχρηστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inútil, inúteis, itens inúteis, vão
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άχρηστος
νιώθω άχρηστος, άχρηστος γνωμικά, άχρηστος συνώνυμα, είμαι άχρηστος, άχρηστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άχρηστος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άφωνος στα πορτογαλικά - mudo, calado, atônito, sem palavras, sem fala, speechless
- άχραντος στα πορτογαλικά - abençoado, bendito, Santíssima, Santíssimo, Blessed
- άχτι στα πορτογαλικά - rancor, ressentimento, grudge, ressentimentos, invejar
- άχυρο στα πορτογαλικά - palha, canudo, de palha, palha de, da palha
Τυχαίες λέξεις
Άχρηστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inútil, inúteis, itens inúteis, vão
Μεταφράσεις: inútil, inúteis, itens inúteis, vão