Αγωγή στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αγωγή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acácio, acção, façanha, actividade, tratamento, de tratamento, o tratamento, tratamento de, do tratamento
Αγωγή στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγωγή

αγωγή μείωσης μισθώματος, αγωγή διατροφής, αγωγή περί κλήρου, αγωγή κακοδικίας, αγωγή υγείας φύλλα εργασίας, αγωγή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγωγή στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αγχόνη στα πορτογαλικά - forca, patíbulo, cadafalso, gallows, forcas
  • αγχώδης στα πορτογαλικά - nervoso, ansioso, ansiedade, a ansiedade, de ansiedade, angústia, da ansiedade
  • αγωγός στα πορτογαλικά - canal, tubo, conduta, duto, ducto
  • αγωνία στα πορτογαλικά - acabrunhar, distrair, angústia, agonia, transe, angustiar, afligir, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγωγή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: acácio, acção, façanha, actividade, tratamento, de tratamento, o tratamento, tratamento de, do tratamento