Αγωγή στα τούρκικα
Μετάφραση: αγωγή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
faaliyet, fiil, iş, tesir, hareket, etki, tedavi, tedavisi, arıtma, işleme, muamele
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγωγή
αγωγή μείωσης μισθώματος, αγωγή διατροφής, αγωγή περί κλήρου, αγωγή κακοδικίας, αγωγή υγείας φύλλα εργασίας, αγωγή λεξικό γλώσσας τούρκικα, αγωγή στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αγχόνη στα τούρκικα - darağacı, gallows, darağacını, darağacında, asarak idam etme
- αγχώδης στα τούρκικα - sinirli, kaygı, anksiyete, endişe, bunaltı, kaygısı
- αγωγός στα τούρκικα - kanal, kanalı, boru, kanalının, duct
- αγωνία στα τούρκικα - sıkıntı, acı, ızdırap, agony, can çekişme, acı çekme, agoni
Τυχαίες λέξεις
Αγωγή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: faaliyet, fiil, iş, tesir, hareket, etki, tedavi, tedavisi, arıtma, işleme, muamele
Μεταφράσεις: faaliyet, fiil, iş, tesir, hareket, etki, tedavi, tedavisi, arıtma, işleme, muamele