Αμφιβολία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αμφιβολία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
trair, incerteza, dúvida, duvidar, dúvidas, dúvida de, dúvidas de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφιβολία
αμφιβολία στίχοι παπαγεωργίου, αμφιβολία 2008, αμφιβολία στίχοι, αμφιβολία δεληβοριάς, αμφιβολία αποφθέγματα, αμφιβολία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αμφιβολία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αμφίεση στα πορτογαλικά - vestuário, roupa, fato, o fato, do fato
- αμφιβάλλω στα πορτογαλικά - duvidar, dúvida, incerteza, trair, dúvidas, dúvida de, dúvidas de
- αμφιβολία στα πορτογαλικά - trair, incerteza, dúvida, duvidar, dúvidas, dúvida de, dúvidas de
- αμφιθέατρο στα πορτογαλικά - anfiteatro, amphitheater, amphitheatre, anfiteatro ao
- αμφιλεγόμενος στα πορτογαλικά - controverso, controversa, polêmico, controversos, polêmica
Τυχαίες λέξεις
Αμφιβολία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: trair, incerteza, dúvida, duvidar, dúvidas, dúvida de, dúvidas de
Μεταφράσεις: trair, incerteza, dúvida, duvidar, dúvidas, dúvida de, dúvidas de