Αντιστοιχώ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αντιστοιχώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
corresponda, corresponder, correspondem, correspondência, de correspondência, corresponde
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιστοιχώ
αντιστοιχώ στα αγγλικά, αντιστοιχώ σε, αντιστοιχώ μεταφραση, αντιστοιχώ συνώνυμα, αντιστοιχώ αντιστοιχίζω, αντιστοιχώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αντιστοιχώ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αντιστέκομαι στα πορτογαλικά - descongelar, desafiar, resistir, resistir a, resistem, resistir à, resiste
- αντισταθμίζω στα πορτογαλικά - compensar, compense, equilíbrio, aprumo, poise, porte, postura
- αντιστρέφω στα πορτογαλικά - voltar, repercutir, revogar, inverter, inverso, reverso, reverter, ...
- αντιστροφή στα πορτογαλικά - reversão, inversão, inversão de, estorno, reversão de
Τυχαίες λέξεις
Αντιστοιχώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: corresponda, corresponder, correspondem, correspondência, de correspondência, corresponde
Μεταφράσεις: corresponda, corresponder, correspondem, correspondência, de correspondência, corresponde