Απαγχονίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: απαγχονίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cair, dependurar, pendurar, acessível, forca, gibbet, patíbulo, cadafalso, armação de madeira
Απαγχονίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγχονίζω

απαγχονίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απαγχονίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • απαγορευμένο στα πορτογαλικά - proibido, proibida, proibidos, proibidas, vedado
  • απαγορεύω στα πορτογαλικά - proibir, proíba, pelos, proibições, ao, progresso, pelo, ...
  • απαγωγέας στα πορτογαλικά - abdutor, raptor, seqüestrador, sequestrador, abdutora
  • απαγωγή στα πορτογαλικά - abdução, rapto, sequestro, seqüestro, abducção
Τυχαίες λέξεις
Απαγχονίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cair, dependurar, pendurar, acessível, forca, gibbet, patíbulo, cadafalso, armação de madeira