Απολαμβάνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: απολαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
realçar, gozar, desfruir, fruir, desfrutar, realce, apreciar, desfrutar de, aproveitar
Απολαμβάνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απολαμβάνω

απολαμβάνω στιχοι, απολαμβάνω αόριστος, απολαμβάνω κλιση, απολαμβάνω τινός, απολαμβάνω λεξικο, απολαμβάνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απολαμβάνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • απολαβές στα πορτογαλικά - salário, lucros, pagamento, lucro, proveito, ordenado, vantagem, ...
  • απολαβή στα πορτογαλικά - alcançar, rendimentos, auferir, ganho, ganhas, lucro, abranger, ...
  • απολαυστικός στα πορτογαλικά - deleitável, delicioso, deliciosa, delectable, deliciosos
  • απολυμαίνω στα πορτογαλικά - desinfetar, desinfectar, desinfecção, de desinfectar, desinfecte
Τυχαίες λέξεις
Απολαμβάνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: realçar, gozar, desfruir, fruir, desfrutar, realce, apreciar, desfrutar de, aproveitar