Αποπληκτικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αποπληκτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abafado, todas as, entupido, stuffy, abafada
Αποπληκτικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποπληκτικός

αποπληκτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποπληκτικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αποπλανώ στα πορτογαλικά - seduzir, desencaminhar, sedimentar, seduzi, seduza, seduzem
  • αποπληθωρισμός στα πορτογαλικά - deflação, A deflação, esvaziamento, deflation, de deflação
  • αποπληξία στα πορτογαλικά - golpe, apoplexia, curso, acidente vascular cerebral, AVC
  • αποπληρωμή στα πορτογαλικά - tornar, retribuir, reembolso, reembolse, de reembolso, o reembolso, pagamento, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποπληκτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: abafado, todas as, entupido, stuffy, abafada