Διατηρώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: διατηρώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conservas, preservar, economizar, manter, guardar, apresentação, sustentar, principalmente, deter, conservar, manter a, manutenção, manter o, mantêm
Διατηρώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διατηρώ

διατηρώ αντωνυμο, διατηρώ το δικαίωμα, διατηρώ συνώνυμο, πως διατηρώ, διατηρώ συνώνυμα, διατηρώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διατηρώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • διαταραχή στα πορτογαλικά - desordem, desobedecer, desordenar, doença, transtorno, distúrbio, transtorno de
  • διατείνομαι στα πορτογαλικά - sustentar, manter, conservar, guardar, principalmente, fingir, finja, ...
  • διατομή στα πορτογαλικά - interseção, intersecção, cruzamento, de intersecção, de interseção
  • διατριβή στα πορτογαλικά - teses, tese, tese de, dissertação, a tese
Τυχαίες λέξεις
Διατηρώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: conservas, preservar, economizar, manter, guardar, apresentação, sustentar, principalmente, deter, conservar, manter a, manutenção, manter o, mantêm