Εγκαταλειμμένος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εγκαταλειμμένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abandonado, abandonada, abandonou, abandonados, abandonadas
Εγκαταλειμμένος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκαταλειμμένος

εγκαταλειμμένος εγκαταλελειμμένος, εγκαταλειμμένος ή εγκαταλελειμμένος, εγκαταλειμμένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εγκαταλειμμένος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εγκατάσταση στα πορτογαλικά - instalação, de instalação, a instalação, instalação do, instalação de
  • εγκαταλείπω στα πορτογαλικά - abandonar, renunciar, deixar, renovar, resignar, desamparar, abandono, ...
  • εγκεφαλικό στα πορτογαλικά - procurar, curso, acariciar, golpe, apoplexia, acidente vascular cerebral, AVC
  • εγκεφαλικός στα πορτογαλικά - cerebral, cerebrais
Τυχαίες λέξεις
Εγκαταλειμμένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: abandonado, abandonada, abandonou, abandonados, abandonadas