Εκκεντρικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εκκεντρικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bizarro, esquisito, excêntrico, barroco, adoentado, irritadiço, cranky, choroso
Εκκεντρικός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκεντρικός

εκκεντρικόσ χαρακτήρασ, εκκεντρικός σημασία, εκκεντρικός ορισμος, εκκεντρικός συνώνυμο, εκκεντρικός ετυμολογία, εκκεντρικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκκεντρικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εκκαθαρίζω στα πορτογαλικά - limpar, matar, liquidar, líquido, saldar, refinar, aperfeiçoar, ...
  • εκκαθαριστής στα πορτογαλικά - destinatário, liquidante, liquidatário, síndico, o liquidatário
  • εκκενώνω στα πορτογαλικά - limpar, vago, puro, remoção, evacue, purgar, europeu, ...
  • εκκλησία στα πορτογαλικά - igrejas, igreja, templo, Church, da igreja, igreja de, de igreja
Τυχαίες λέξεις
Εκκεντρικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bizarro, esquisito, excêntrico, barroco, adoentado, irritadiço, cranky, choroso