Εμαγιέ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εμαγιέ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμαγιέ
εμαγιέ κατσαρόλα, εμαγιέ γάστρα, εμαγιέ ή κεραμική, εμαγιέ εστιατόριο, εμαγιέ τσαγιέρα, εμαγιέ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εμαγιέ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ελώδης στα πορτογαλικά - pantanoso, pantanosa, marshy, pantanosas, pantanosos
- εμένα στα πορτογαλικά - talvez, me, mim, eu, comigo
- εμβάθυνση στα πορτογαλικά - aprofundamento, aprofundando, o aprofundamento, aprofundar, aprofundamento da
- εμβέλεια στα πορτογαλικά - fogão, forno, alcance, fogões, série, variedade, variação, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμαγιέ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de
Μεταφράσεις: capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de